Πτηνά ντύνονται τραβεστί για να αποφύγουν τους «καυγάδες» και να ζευγαρώσουν κρυφά


Τα αρπακτικά πουλιά μπορεί να θεωρούνται φοβεροί μαχητές, αλλά οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι ορισμένα αρσενικά μεταμφιέζονται σε θηλυκά προκειμένου να επιβιώσουν από επιθέσεις ανταγωνιστών τους.
Τα εν λόγω αρσενικά ανήκουν στο είδος του καλαμόκιρκου (Circus aeruginosus) που ενδημεί σε υδροβιότοπους της κεντροδυτικής Γαλλίας.
Νεαρά αρσενικά πουλιά συχνά φέρουν το φτέρωμα των θηλυκών, γεγονός που τα βοηθάει να ξεγελάσουν τους σεξουαλικούς ανταγωνιστές τους. Στη συνέχει το φτέρωμά τους θα γίνει περισσότερο φανταχτερό βοηθώντας τους να προσελκύσουν συντρόφους.
Η μόνιμη διατήρηση του θηλυκού φτερώματος καθόλη τη διάρκεια ζωής είναι εξαιρετικά σπάνια στα πτηνά. Μέχρι στιγμής έχει εντοπιστεί σε ένα μόνο είδος,
τον ψευδομαχητή (Philomachus pugnax), ένα παρυδάτιο πουλί, αρσενικά μέλη του οποίου αναπτύσσουν θηλυπρεπή ή ομοφυλοφυλική συμπεριφορά για να ζευγαρώσουν στα κρυφά, χωρίς να γίνουν αντιληπτά από τους ανταγωνιστές τους.
Το μοναδικό είδος πτηνού, εκτός του ψευδομαχητή, που ντύνεται “τραβεστί” είναι ο καλαμόκιρκος. Σε πληθυσμό του είδους που ενδημεί στη κεντροδυτική Γαλλία, το 40% του πληθυσμού των αρσενικών μεταμφιέζεται με φτέρωμα θηλυκών.
Οι ορνιθολόγοι ανακάλυψαν ότι τα τυπικά αρσενικά μέλη του είδους είναι ζώα χωροκτητικά, που υπερασπίζονται την περιοχή τους και επιτέθηκαν στα αρσενικά ομοιώματα που χρησιμοποίησαν οι επιστήμονες. Ωστόσο, ήταν πολύ λιγότερο επιθετικά απέναντι στα ομοιώματα που έμοιαζαν με θηλυκά.
Οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι “τραβεστί” επιδιώκουν να αποφύγουν επιζήμιους καυγάδες με άλλα αρσενικά.
Την ίδια στιγμή τα θηλυπρεπή αρσενικά ήταν λιγότερο βίαια από τα τυπικά αρσενικά του είδους. Στις σπάνιες περιπτώσεις που ανέπτυσσαν επιθετική συμπεριφορά αυτή κατευθύνθηκε εναντίον θηλυκών μελών του είδους.
Οι μελλοντικές έρευνες θα εξετάσουν τη σχέση ανάμεσα στο φτέρωμα και τη συμπεριφορά: τα αρσενικά τραβεστί είναι σχετικά ειρηνικά λόγω γονιδίων ή το μαθαίνουν παρατηρώντας άλλα πτηνά;
H έρευνα δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση της βρετανικής Βασιλικής Εταιρείας, Biology Letters.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου